Βάρκος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 171 μ., 90 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ελασσόνος του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Βερδικούσσης … Dictionary of Greek
βαρικός — και βαρκός, ιά, ό [βαρύς] 1. (για τόπο) υγρός, ελώδης 2. το ουδ. ως ουσ. ελώδης τόπος … Dictionary of Greek